- σφυγμομέτρηση
- Μια από τις βασικές μεθόδους της πρακτικής κοινωνικής έρευνας. Είναι γνωστή και με την ονομασία γκάλοπ. Εφαρμόζεται σε κοινωνικές, κοινωνικοψυχολογικές, δημογραφικές κ.ά. έρευνες. Κατά τη σ. κάθε μέλος της ομάδας που έχει επιλεχθεί για την έρευνα καλείται v’ απαντήσει γραπτά σε ένα ερωτηματολόγιο. Ως προς το περιεχόμενό τους οι ερωτήσεις διακρίνονται σε αντικειμενικές (όταν αφορούν το μορφωτικό επίπεδο, την ηλικία, το εισόδημα κλπ. του ερωτώμενου) και υποκειμενικές (όταν αποκαλύπτουν την κοινωνικό - ψυχολογική συγκρότηση του και τη στάση απέναντι στα γεγονότα και τις συνθήκες της ζωής). Συνήθως οι απαντήσεις είναι ανώνυμες. Για τη σύνταξη ενός ερωτηματολόγιου πρέπει να τηρηθούν ορισμένοι θεμελιακοί κανόνες, η λογική αλληλουχία ανάμεσα στα θέματα που θίγουν οι ερωτήσεις, η αυξανόμενη διέγερση του ενδιαφέροντος του ερωτώμενου από ερώτηση σε ερώτηση, η αποφυγή δύσκολων ή προσωπικών ερωτήσεων, η αντιστοιχία των ερωτήσεων με το μορφωτικό επίπεδο του αντιπροσωπευτικού δείγματος κλπ. Η συμπλήρωση του ερωτηματολόγιου γίνεται με διάφορους τρόπους. Άλλοτε ατομικά, άλλοτε ομαδικά και μερικές φορές οι απαντήσεις στέλνονται με το ταχυδρομείο. Βλ. λ. Γκάλοπ, Τζορτζ Χόρας.
* * *η, Ν1. η μέτρηση τής συχνότητας τών σφυγμών τής καρδιάς με το σφυγμόμετρο2. έρευνα και μελέτη, με διάφορες μεθόδους, τής εξέλιξης τών διαθέσεων ομάδας ή συνόλου ατόμων μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα για ένα θέμα, κν. γκάλοπ (σφυγμομέτρηση τής κοινής γνώμης)3. μτφ. έρευνα για την εξιχνίαση τών προθέσεων, τών διαθέσεων ή τών αισθημάτων ενός προσώπου, βολιδοσκόπηση.[ΕΤΥΜΟΛ. < σφυγμομετρώ. Η λ., στον λόγιο τ. σφυγμομέτρησις, μαρτυρείται από το 1891 στην εφημερίδα Άστυ].
Dictionary of Greek. 2013.